Ο Περίπλους της Ερυθράς Θαλάσσσης: Καίρια Ιστορική Πηγή για τους Δρόμους του Μεταξιού, των Λιβανωτών και των Μπαχαρικών τον 1ο Χριστιανικό Αιώνα

Το κείμενο αυτό χρονολογείται εύκολα χάρη στην αναφορά του στον βασιλιά Μαλίχο του ναβατηνού αραμαϊκού βασιλείου Ρέκεμ (Πέτρα στην Ιορδανία). Τοποθετείται λοιπόν στα χρόνια του Ρωμαίου αυτοκράτορα Νέρωνα. Ως κείμενο δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλο: στην πρόσφατη (1994) νεοελληνική έκδοση του κείμενου (με τεράστιο ιστορικό υπομνηματισμό από τον Έλληνα ανατολιστή καθ. Μουχάμαντ Σαμσαντίν Μεγαλομμάτη) η μετάφραση πιάνει 22 σελίδες.

Ο συγγραφέας του κειμένου ήταν ένας Αλεξανδρινός Αιγύπτιος έμπορος και καπετάνιος που συχνά ταξίδευε στα μέρη που περιγράφει στο κείμενό του. Αυτό, το καταλαβαίνουμε και επειδή το χρονολογικό σύστημα που επικαλείται ήταν το αρχαίο αιγυπτιακό και επειδή στα αρχαία ελληνικά του εντοπίζονται αρκετά λάθη. Έγραψε το κείμενό του στα αρχαία ελληνικά για να έχει αυτό ευρύτερη χρήση χάρη στα αντίγραφα στα οποία θα κυκλοφοούσε και τα οποία θα αγοράζονταν από ελληνόγλωσσους εμπόρους και καπετάνιους των οποίων η ζωή ήταν συνυφασμένη με την ναυσιπλοΐα και το εμπόριο στις περιοχές που αναφέρονται στο κείμενο. Επίσης, υπήρχαν αρκετές ελληνόφωνες κοινότητες σε πολλά λιμάνια κι εμπορεία της ευρύτερης περιοχής, όπως στην Πτολεμαΐδα Θηρών (σύχγρονο Σουάκιν στα παράλια του Σουδάν) και στην Διοσκουρίδου Νήσον (σύγχρονη Σοκότρα).

Το σχετικά μικρό κείμενο είναι βασικά ένας οδηγός προς ναυτιλλομένους. Περιλαμβάνει διαδοχικά τα λιμάνια και τα εμπορεία προς τα οποία έπλεαν και, παραθέτοντας όλα αυτά, δείχνει ολόκληρο το δίκτυο εμπορικών ανταλλαγών και ναυσιπλοΐας ανάμεσα στην Αίγυπτο και την Κίνα. Παρέχονται πληροφορίες για το πότε έπλεαν προς ορισμένες περιοχές, έτσι ώστε να εκμεταλλεύονται τους ούριους ανέμους και τα διάφορα καιρικά φαινόμενα που επικρατούν στις περιοχές στις οποίες αναφέρεται το κείμενο. Απαριθμούνται λεπτομερειακά όλα τα κατά τόπους εμπορεύματα τα οποία εισάγονταν και εξάγονταν. Και πάνω σε αυτή την βάση, ο ανώνυμος συγγραφέας (που μεταγενέστεροι αντιγραφείς χειρογράφων στα χριστιανικά μοναστήρια τον είχαν λαθεμένα ταυτίσει με τον Αρριανό) προσθέτει επιπλέον στοιχεία για την τοπική εξουσία των βασιλέων (μοναρχία) ή των γερόντων (δημοκρατία), για χερσαίους δρόμους εμπορίου προς τα ενδότερα των κατά τόπους παραλίων, και για διάφορες τοπικές δοξασίες, παραδόσεις ή συνήθειες.

Για τον κάθε σύγχρονο αναγνώστη, ο ίδιος ο τίτλος αποτελεί μια πρωτοφανή …. ‘απάτη’! Αυτό ισχύει επειδή ό,τι ονόμαζαν στα ρωμαϊκά χρόνια ‘Ερυθρά Θάλασσα’, δεν είναι αυτό που εμείς σήμερα αποκαλούμε Ερυθρά Θάλασσα. Αυτό το σημείο χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή. Σήμερα, εμείς ονομάζουμε Ερυθρά Θάλασσα (σε όλες τις γλώσσες) τον υδάτινο όγκο ο οποίος περιορίζεται ανάμεσα στο Σουέζ και τα Στενά Μπαμπ αλ Μάντεμπ ανάμεσα στο Τζιμπουτί και την Υεμένη. Σύμφωνα με αυτόν τον όρο, παράλια στην Ερυθρά Θάλασσα έχουν μόνον οι εξής χώρες: Αίγυπτος, Σουδάν, Ερυθραία και Τζιμπουτί – από αφρικανικής πλευράς, δηλαδή στα δυτικά της Ερυθράς Θαλάσσης – και Υεμένη, Σαουδική Αραβία, Ιορδανία και Παλαιστίνη (υπό ισραηλινή κατοχή) – από ασιατικής πλευράς, δηλαδή στα ανατολικά της Ερυθράς Θαλάσσης.

Μόνο που ό,τι εμείς αποκαλούμε Ερυθρά Θάλασσα είναι ένα πολύ μικρό τμήμα του τι ονόμαζαν ‘Ερυθρά Θάλασσα’ κατά την Αρχαιότητα.

Πριν από τα νεώτερα χρόνια και την τότε εξάπλωση των Ευρωπαίων αποικιοκρατών και διαστρεβλωτών της Ιστορίας, Ερυθρά Θάλασσα (Mare Rubrum στα λατινικά) σήμαινε τον θαλάσσιο όγκο των εξής περιοχών:

α. το τι σήμερα ονομάζουμε Ερυθρά Θάλασσα,

β. τον Περσικό Κόλπο,

γ. τον ‘Ινδικό’ Ωκεανό,

δ. τις θάλασσες της Νοτιοανατολικής Ασίας και Ινδονησίας, και

ε. τις θάλασσες ανοικτά των παραλίων της Κίνας.

Με άλλα λόγια, για τους αρχαίους λαούς, για τους οποίους δεν υπήρχε το ψέμμα του τάχα ‘Ινδικού’ Ωκεανού,

α. όλα τα ανατολικά αφρικανικά παράλια νότια μέχρι την Μοζαμβίκη (που ήταν ήδη γνωστή χάρη στο εμπόριο και την ναυσιπλοΐα),

β. όλα τα παράλια της Υεμένης, του Χαντραμάουντ, του Ομάν και της αραβικής χερσονήσου γενικώτερα (είτε τα δυτικά είτε τα ανατολικά),

γ. όλα τα παράλια των συγχρόνων κρατών Ιράν και Πακιστάν,

δ. όλα τα παράλια του ψευτο-κράτους και ψευτο-έθνους ‘Ινδία’ (σε όλες τις αρχαίες γλώσσες, ‘Ινδία’ είναι μόνον μια μικρή έκταση γύρω απο τον ρου του Ινδικού Ωκεανού)

ε. όλα τα παράλια των κρατών: Μυανμάρ, Ταϋλάνδη (Σιάμ), Μαλαισία, Ινδονησία, Καμπότζη, Βιετνάμ, Φιλιππίνες και Κίνα

περιβρέχονταν από την ‘Ερυθρά Θάλασσα’.

Και γι’ αυτό και ο ανώνμυμος Αλεξανδρινός Αιγύπτιος καπετάνιος και έμπορος που συνέγραψε αυτό το κείμενο για την ναυσιπλοΐα και το εμπόριο στα παράλια όλων αυτών των περιοχών ονόμασε το κείμενό του ‘Περίπλους της Ερυθράς Θαλάσσης’.

Και βεβαίως δεν ήταν ο πρώτος! Τριακόσια χρόνια νωρίτερα, κατά τον 3ο προχριστιανικό αιώνα, ο Αγαθαρχίδης έγραψε ένα πολύ ενδιαφέρον (και πολύ μεγαλύτερο) κείμενο ‘Περί της Ερυθράς Θαλάσσης’, στο οποίο μάλιστα κατέγραψε και τους λόγους για τους οποίους ο τεράστιος θαλάσσιος όγκος αυτός ονομάζεται έτσι. Αναφέρθηκε λοιπόν σε ένα φυσικό φαινόμενο το οποίο συμβαίνει στις ακτές του Χαντραμάουντ, δηλαδή στα ανατολικά άκρα της σημερινής Νότιας Υεμένης. Επειδή εκεί το χρώμα της θάλασσας παίρνει κόκκινες ανταύγειες το πρωΐ, ονομάστηκε όλος ο θαλάσσιος όγκος ‘Ερυθρά Θάλασσα’.

Με άλλα λόγια, η αιτία, για την οποία ονομάστηκε, κατά την Αρχαιότητα, Ερυθρά Θάλασσα ο θαλάσσιος όγκος πέρα από τα νότια παράλια της Ασίας και τα ανατολικά παραλίων της Αφρικής, είναι ένα περαστατικό το οποίο συνέβαινε στην θάλασσα που κακώς εμείς σήμερα ονομάζουμε ‘Ινδικό’ Ωκεανό.

Το κείμενο του Περίπλου της Ερυθράς Θαλάσσης στα αρχικά τμήματά του διαλαμβάνει βασικά δύο ‘δρομολόγια’, αν και αυτά συχνά-πυκνά διαπλέκονταν:

1. Ναυσιπλοΐα από την Αρσινόη (: το σημερινό Σουέζ) κατά μήκος των ανατολικών αφρικανικών ακτών μέχρι το Κέρας της Αφρικής (‘Ακρωτήριο Αρωμάτων’) και πέρα νοτιώτερα μέχρι τα Ραπτά, ένα εμπορείο και λιμάνι που ταυτίζεται με το σημερινό Νταρεσαλάαμ στις ακτές της Τανζανίας

και

2. Ναυσιπλοΐα από την Αρσινόη (: το σημερινό Σουέζ)

α) κατά μήκος των δυτικών ακτών της αραβικής χερσονήσου μέχρι την Λευκή Κώμη (όπου υπήρχε ρωμαϊκό στρατόπεδο και φρουρά λόγω των καλών σχέσεων της Ρώμης με το αραμαϊκό βασίλειο των Ναβατηνών το οποίο έλεγχε τις σημερινές εκτάσεις της Ιορδανίας και της ΒΔ Σαουδικής Αραβία),

β) στην συνέχεια, διάπλους της Ερυθράς Θαλάσσης μακριά από τις ακτές των βαρβάρων Αράβων μέχρι τα νησιά Φαρασάν (Κατακεκαυμένη Νήσος),

γ) περίπλους των ακτών της Υεμένης, του Χαντραμάουντ και του Ομάν μέχρι τα Στενά του Ορμούζ,

δ) περίπλους των ακτών του Ιράν, του Πακιστάν και της δυτικής Ινδίας μέχρι το ακρωτήριο Κομορίν και την Σρι Λάνκα (Ταπροβάνη ή και Παλαισιμούνδου)

ε) περίπλους των ακτών της ανατολικής Ινδίας μέχρι την ‘Χρυσή’, όνομα με το οποίο αποκαλούνταν συγκεφαλαιωτικά η Ινδοκίνα κι η Ινδονησία, και

στ) άφιξη των εμπορικών σκαφών στα παράλια της Κίνας.

Σε όλο το παραπάνω σχεδιάγραμμα προστίθενται και δύο επιπλέον δρομολόγια, τα οποία αποδεικνύουν τέλεια γνώση των ετησίων ανέμων των τροπικών ζωνών (δηλαδή των μουσώνων) και της τότε φοράς των ανέμων εκ μέρους των τότε θαλασσοπόρων:

Ι) Είτε κάποιος είχε περιπλεύσει τα αφρικανικά παράλια μέχρι το Ρας Ασίιρ (όπως αποκαλούν σήμερα οι Σομαλοί το Κέρας της Αφρικής), ακολουθώντας το παραπάνω δρομολόγιο 1, είτε κάποιος είχε πλεύσει μέχρι το σημερινό Άντεν (Ευδαίμων Αραβία στα αρχαία ελληνικά) από τα ανοικτά των σημερινών σαουδαραβικών ακτών κι έπειτα κατά μήκος των υεμενικών παραλίων σε κοντινή απόσταση από τις ακτές, ακολουθώνας το παραπάνω δρομολόγιο 2 (2α – 2γ), …..

… στην περίοδο των μουσώνων μπορούσε από τον Κόλπο του Άντεν και το Κέρας της Αφρικής να διαπλεύσει κατ’ ευθείαν προς τα δυτικά παράλια της ‘Ινδίας’ (κατ’ ουσίαν του Ντεκάν), δηλαδή την ακτή του Μαλαμπάρ. Έτσι, η ναυσιπλοΐα γινόταν πολύ συντομώτερη και αποπλέοντας από την Αρσινόη (Σουέζ) κάποιος χρειαζόταν πολύ λιγώτερο χρόνο για να φτάσει στην ακτή του Μαλαμπάρ παρά στα σημερινά παράλια της Τανζανίας. Αλλά – επαναλαμβάνω – αυτό δεν συνέβαινε παρά μόνον στην περίοδο των μουσώνων. Η ναυσιπλοΐα στην ευρύτερη περιοχή περιλάμβανε ως εκ τούτου και διαστήματα μακράς παραμονής σε λιμάνια και εμπορεία, καθώς οι καπετάνιοι περίμεναν τον κατάλληλο καιρό για να σαλπάρουν.  

ΙΙ) Τέλος, τα ανατολικά αφρικανικά παράλια δεν ήταν σημαντικός τόπος μόνον για το εμπόριο προϊόντων από και προς την περιοχή εκείνη. Ήταν επίσης πολύ σημαντικό διαμετακομιστικό κέντρο εμπορίου από την Ινδονησία (‘Χρυσή’). Πλέοντας πάνω σε μικρά, ‘ραπτά’ σκάφη, τα οποία χάρη στην σωστή γνώση των ούριων ανέμων και των νυκτερινών αστερισμών έπλεαν με τεράστιες ταχύτητες, Ινδονήσιοι έφερναν στα Ραπτά (: Νταρεσαλάαμ) τα προϊόντα τους κι οι Υεμενίτες και Αλεξανδρινοί καπετάνιοι κι έμποροι δεν χρειάζονταν να ταξιδέψουν παραπέρα. Τα αγόραζαν εκεί και τα διοχέτευαν αντίστοιχα στην Υεμένη, την Αραβία, την Μεσοποταμία, το Ιράν και την Κεντρική Ασία (οι Υεμενίτες) ή την Μερόη (: αρχαία Αιθιοπία, δηλαδή το σημερινό Σουδάν), την Αίγυπτο, την Μεσόγειο και την Ρώμη (οι Αλεξανδρινοί). 

Το τότε λιμάνι και εμπορείο στο σύγχρονο Νταρεσαλάαμ της Τανζανίας είχε ονομαστεί Ραπτά από τα ραπτά πλοιάρια που έρχονταν από την Χρυσή (Ινδονησία) και που Αλεξανδρινοί κι Υεμενίτες συναντούσαν μόνον εκεί κι όχι βορειώτερα. Η απόσταση που διάνυαν αυτά τα μικρά σκάφη ήταν περίπου 7000 χμ!

Το αρχαίο εμπόριο και η ναυσιπλοΐα τύχαιναν κρατικής προστασίας από τα διάφορα βασίλεια της εποχής αλλά βασικά ήταν θέμα ιδιωτικής πρωτοβουλίας, εμπορικού κέρδους, και γενικώτερα του τι σήμερα ονομάζουμε ‘οικονομία της αγοράς’.

Κεντρική θέση στο όλο εμπόριο μεταξύ Ρωμαϊκής Αιγύπτου, Ανατολικής Αφρικής, και Κίνας κατέχουν το λιβάνι, η σμύρνα και εν γένει όλα τα προϊόντα που αποκαλούνταν ‘αρώματα’ (: λιβανωτοί). Το ίδιο το Κέρας της Αφρικής ονομαζόταν Αρώματα, επειδή κοντά στο ακρωτήριο Ρας Ασίιρ (Cape Guardafui κατά τους νεώτερους δυτικούς καπετάνιους) υπήρχαν τεράστιες εκτάσεις με λιβανόδενδρα. Σήμερα ακόμη η Σομαλία είναι από τις πιο σημαντικές χώρες παραγωγής λιβανιού, σμύρνας και άλλων παρεμφερών προϊόντων. Ακόμη περισσότερο, το αρχαίο υεμενικό βασίλειο του Χαντραμάουντ ονομαζόταν στα αρχαία ελληνικά ‘Λιβανωτοφόρος Χώρα’. Ο Περίπλους της Ερυθράς Θαλάσσης προσφέρει πολλές λεπτομέρειες για τα θέματα αυτά.

Ο Έλληνας ανατολιστής καθ. Μουχάμαντ Σαμσαντίν Μεγαλομμάτης δημοσιεύοντας το αρχαίο ελληνικό κείμενο σε μία μνημειώδη έκδοση (1994) με μεγάλο πρόλογο, τεράστια εισαγωγή κι απίστευτο αριθμό σημειώσεων, παρουσιάζει τις κατά τόπους εξουσίες και βασίλεια που πριν από σχεδόν 2000 χρόνια είχαν αποτελέσει τους στυλοβάτες των κατά ξηράν, έρημον και θάλασσαν Δρόμων του Μεταξιού, των Μπαχαρικών και Λιβανωτών. Ο πρόλογος του συγκεκριμένου βιβλίου περιλαμβάνει μια σειρά από ιστοριογραφικά θέματα και δίνει μια σύντομη αλλά πλήρη και ανάγλυφη εικόνα της Αφρικής, της Ασίας, και της Ευρώπης των χρόνων του Νέρωνα. Τον αναδημοσιεύω ολόκληρο στο τέλος της παρούσας ανάρτησης.

Το βιβλίο του καθ. Μουχάμαντ Σαμσαντίν Μεγαλομμάτη ‘Περίπλους της Ερυθράς Θαλάσση’ βρίσκεται online ολόκληρο εδώ: https://periplusmariserythraei.wordpress.com/

https://periplusmariserythraei.wordpress.com/category/1-εξώφυλλο-περιεχόμενα-πρόλογος/

https://periplusmariserythraei.wordpress.com/category/2-εισαγωγή/

https://periplusmariserythraei.wordpress.com/category/3-σχόλια-της-εισαγωγής-α/

https://periplusmariserythraei.wordpress.com/category/4-σχόλια-της-εισαγωγής-β/

https://periplusmariserythraei.wordpress.com/category/5-κείμενο-μετάφραση/

https://periplusmariserythraei.wordpress.com/category/6-σχόλια-παράρτημα/

Με το παρακάτω βίντεο μπορείτε να πάρετε μια ιδέα για το πως διεξάγεται σήμερα το εμπόριο λιβανωτών στο Ομάν και την Υεμένη. Είναι μια παραγωγή του BBC (2009) που δεν προσφέρει ολική εικόνα της κατάστασης αλλά δίνει αρκετά σωστά τα πλαίσια μέσα στα οποία διεξάγεται το συγκεκριμένο εμπόριο στις δυο χώρες αυτές. Στο μέλλον θα ανεβάσω και τα άλλα τρία βίντεο που πρόβαλε το αγγλικό τηλεοπτικό κανάλι για το ίδιο θέμα στην Σαουδική Αραβία, την Συρο-Παλαιστίνη και την Αίγυπτο. Άλλες σημαντικές χώρες για την παραγωγή λιβανιού και σμύρνας είναι η Σομαλία (όπως προανέφερα), η Ερυθραία, το Σουδάν και το Πακιστάν (κυρίως οι νότιες επαρχίες του, δηλαδή το Μπαλουτσιστάν, η αρχαία Γεδρωσία).

Δείτε το βίντεο:

Оман, Йемен и Саудовская Аравия – тропа ладана

https://ok.ru/video/1700665494125

Περισσότερα:

Оман, Йемен и Саудовская Аравия Тропа ладана

Ладанные деревья в оазисе Вади-Дауках и руины оазиса Шист-Вубар, через который проходил караванный путь, а также порты Хор-Рори и Аль-Балид, являются живым свидетельством торговли ладаном, процветавшей в этом регионе многие столетия. Ладан являлся одним из важнейших товаров в античном мире и в эпоху средневековья.

Данные археологические памятники Омана являются отражением периода производства и торговли ладаном –  одним из главных предметов роскоши в античной торговле от Средиземноморья и Красного моря до Месопотамии, Индии и Китая. Эти памятники представляют собой выдающееся свидетельство процветающей цивилизации в Южной Аравии от неолита до позднего исламского периода. Оазис Шишр и порты Хор-Рори и Аль-Балид являются превосходными примерами средневековых укреплённых поселений в регионе Персидского залива.

https://ru.unesco.org/silkroad/silk-road-themes/world-heritage-sites/drevniy-torgovyy-put-tropa-ladana

Δείτε το βίντεο:

Оман, Йемен и Саудовская Аравия – тропа ладана

https://vk.com/video434648441_456240495

Περισσότερα:

Древний торговый путь «Тропа ладана»

Когда на побережье Оманского залива (читай – в столичном Маскате) стоит нестерпимая летняя жара, то тогда большинство населения города пытается спастись от нее в горах Джебель-Ахдар. Температурная разница между двумя регионами тут весьма существенна. В долине раскаленное 40-градусное  пекло, а в горах – всегда на 20 градусов меньше, с краткими утренними туманами и ночной прохладой.

Мы проедем по старинному караванному пути «Тропе ладана» (взят под охрану ЮНЕСКО), который на протяжении 50 веков (упоминается с III тысячелетия до нашей эры) был главной торговой артерией полуострова. Ладан – ароматическая смола, выделяемая ладанными деревьями, многие века была единственным источником доходов местного населения, живущего в аравийской пустыне. Ладанные деревья обладают уникальной особенностью: их глубокие корни впитывают содержащиеся в почве нефтепродукты, которые потом выпотеваются на стволе в виде ароматических смоляных образований.

Считалось, что дым от ладана предохраняет от инфекций и обеззараживает, поэтому он активно использовался в медицине. Согласно Библии, ладан был одним из 3 даров, которые волхвы преподнесли Божьему Сыну. Эта драгоценная ароматическая смола настолько высоко ценилась в прежние времена, что ее стоимость оценивалась буквально на вес золота.

http://voyage.rusverlag.de/2020/01/23/99542/

Δείτε το βίντεο:

Oman, Yemen and Saudi Arabia – The Frankincense Trail – I (BBC)

https://orientalgreeks.livejournal.com/26476.html

Περισσότερα:

Oman, Yemen and Saudi Arabia – The Frankincense Trail

Episode 1 of 4

Series in which intrepid presenter Kate Humble follows the ancient frankincense trade route of Arabia across the amazing modern world of the Middle East. Kate’s journey along the 2,000-mile trail that first connected the Arab world with the West takes her on a quest that’s steeped in history, searing with desert heat, and full of characters and adventure.

For 3,000 years before the birth of Christ, frankincense was more valuable than gold. Its sweet smelling aromatic smoke was treasured by Pharaohs and Caesars, and their insatiable demand for frankincense created a trade route from the southern coast of Oman to the Holy Lands. Vast camel caravans carried thousands of tons of frankincense over tribal lands constituting the modern-day Middle East. Following the trail, Kate finds modernity coexisting with ancient traditions as she discovers what it means to be a Western woman in Arabia.

Kate begins her epic journey following high in the hills of southern Oman. With her own supply of the precious resin, she walks with the Al Mahri tribe – the descendants of the ancient traders – and their 300 camels along the original trail through the scorching Empty Quarter desert. Crossing into Yemen, Kate arrives at the world’s first skyscraper city, where her frankincense is used at the ritual blessing of a newborn baby. From the modern frankincense trade capital of Aden to an incredible camel-jumping contest, Kate journeys north and enters the mysterious Kingdom of Saudi Arabia.

https://www.bbc.co.uk/programmes/b00mfcf9

Δείτε το βίντεο:

Ομάν, Υεμένη και Σαουδική Αραβία – Στα ίχνη του Λιβανιού

Περισσότερα:

Η εμπορική αξία του λιβανιού, κατά τα αρχαία χρόνια, ισούταν με αυτή του χρυσού και για τον λόγο αυτό η χρήση του γινόταν με φειδώ. Το λιβάνι στην λατρευτική ζωή των αρχαίων δεν αποτελούσε αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης του ιερατείου, αλλά μπορούσε ο κάθε απλός πολίτης να προσφέρει θυμίαμα σε οποιαδήποτε στιγμή της ημέρας σε καθορισμένους βωμούς. Στα αρχαία συγγράμματα διαβάζουμε ότι ακόμα και οι στρατηγοί συνήθιζαν πριν την μάχη να προσφέρουν θυμίαμα, για να κατευνάσουν τον θεό, αλλά και μετά την μάχη, για να τον ευχαριστήσουν. Η καύση του θυμιάματος γινόταν δίχως προσμίξεις αρωματικών ελαίων, αλλά με ποικιλίες αρωματικών ρητινών, κάθε μια από τις οποίες είχε το δικό της ιδιαίτερο άρωμα. Για το λόγο αυτό συχνά αναμιγνύονταν δύο ή και περισσότερες ποικιλίες.

Θυμιάματα και Λιβάνια

Το βιβλίο του καθ. Μουχάμαντ Σαμσαντίν Μεγαλομμάτη ‘Περίπλους της Ερυθράς Θαλάσσης’ βρίσκεται online ολόκληρο εδώ:

https://periplusmariserythraei.wordpress.com/

—————————————————————————

Κατεβάστε το κείμενο σε Word doc:

==============================================

Μουχάμαντ Σαμσαντίν Μεγαλομμάτης

Περίπλους της Ερυθράς Θαλάσσης

Πρόλογος

Αποστολή στο Πουντ κι οι Απαρχές του Ιστορικού Δρόμου των Λιβανωτών, των Μπαχαρικών & του Μεταξιού: πριν από 3500 χρόνια, ο Στόλος της Φαραώ Χατσεπσούτ κυριαρχούσε στον Ινδικό

Ό,τι αποκαλούμε πολύ απλά σήμερα ως Ιστορικούς Δρόμους του Μεταξιού είναι ένα μεγάλο σύμπλεγμα ιστορικών δρόμων κατά ξηράν, έρημον και θάλασσαν από όπου πλείστα όσα εμπορεύματα διοχετεύθηκαν από τα δυτικώτερα προς τα ανατολικώτερα άκρα της επιφάνειας της Γης και αντίστροφα. Οι δρόμοι αυτοί καλύπτουν όλες τις εκτάσεις από τα νότια άκρα της Σιβηρίας μέχρι τα ανατολικά αφρικανικά παράλια και την ζούγκλα της Μαύρης Ηπείρου, έτσι περιλαμβάνοντας την Μεσόγειο, την Ερυθρά Θάλασσα, τον Ινδικό Ωκεανό και την Θάλασσα της Κίνας (Κίτρινη Θάλασσα).  

Στα χρόνια της Ύστερης Αρχαιότητας, από τους Αχαιμενιδείς του Ιράν μέχρι την αρχική εξάπλωση του Ισλάμ (539 π.Χ. – 651 π.Χ.), για πρώτη φορά στην Παγκόσμια Ιστορία χάρη στην μεγαλουργηματική γεωστρατηγική ιδιοφυΐα του Δαρείου Α’ του Μέγα συνενώθηκαν σε ένα τεράστιο δίκτυο συγκοινωνιών και μεταφορών πολλοί κατά ξηράν, έρημον και θάλασσαν επί μέρους δρόμοι εμπορίου.

Τότε τα βασικώτερα προϊόντα που διεκινούντο ήταν τα μπαχαρικά και τα λιβανωτά. Η ευκολία, η ασφάλεια, η ταχύτητα και η οργάνωση των συγκοινωνιών και των μεταφορών στα αχαιμενιδικά χρόνια και η απεραντωσύνη του Ιράν διευκόλυναν και το μετάξι να διαδοθεί από την Κίνα αρχικά στο Ιράν και την Μεσοποταμία και αργότερα μέχρι και την Μεσόγειο και την Ρώμη.

Αλλά ήδη 1000 χρόνια πριν από τους Αχαιμενιδείς, ο θαλάσσιος δρόμος που συνέδεε την Αίγυπτο με την Ανατολική Αφρική και τον ευρύτερο κόσμο του Ινδικού Ωκεανού είχε διαμορφωθεί. Η φαραωνική επιγραφή του Ντέιρ αλ Μπάχαρι, στις Δυτικές Θήβες της Αιγύπτου (Λούξορ), διαλαμβάνει διεξοδικά τα πεπραγμένα της αποστολής του αιγυπτιακού στόλου υπό τον Ναύαρχο Νεχεσί στο Πουντ (Σομαλία) την εκεί συνάντηση των Αιγυπτίων με τους Σομαλούς συμμάχους τους, οι οποίοι υπό τον βασιλιά Περεχού τους υποδέχθηκαν με μεγάλες τιμητικές αναφορές για την Αίγυπτο. Ωστόσο, οι Αιγύπτιοι τιμούσαν το Πουντ περισσότερο από όσο οι Πουντίτες την Αίγυπτο. Την ευρύτερη περιοχή του Κέρατος της Αφρικής αποκαλούσαν Τα Νετσέρ, δηλαδή Γη του Θεού.

Το ιστορικό αυτό κείμενο που χρονολογείται γύρω στο 1470 π.Χ. σημειώνει και την απαρχή της Γεωπονίας ως επιστήμης με την αναφερόμενη μεταφορά χώματος του Πουντ στην Αίγυπτο προς βελτίωση των εκεί καλλιεργειών. Το παρακάτω κείμενο, το οποίο οπτικοποίησα σε βίντεο, αποτελεί μια βιβλιοκρισία του βιβλίου της γαλλίδας αιγυπτιολόγου Κριστιάν Ντερός Νομπλεκούρ περί την Χατσεπσούτ και την Αποστολή της στο Πουντ εκ μέρους του παλαιού φοιτητή της, αιγυπτιολόγου, καθ. Μουχάμαντ Σαμσαντίν Μεγαλομμάτη.

Η Αποστολή του Πουντ είναι το παγκοσμίως αρχαιότερο κείμενο σχετικά με την Ιστορία του Ιστορικού Δρόμου των Λιβανωτών, των Μπαχαρικών & του Μεταξιού.

Δείτε το βίντεο:

Αποστολή στο Πουντ: ο Αιγυπτιακός Στόλος της Φαραώ Χατσεπσούτ στη Σομαλία πριν από 3500 Χρόνια

Περισσότερα:

Αναρτώ και πάλι ένα βίντεο που είχα αρχικά ανεβάσει το 2011, οπτικοποιώντας ένα υπέροχο κείμενο του Έλληνα Αιγυπτιολόγου και Ανατολιστή καθ. Μουχάμαντ Σαμσαντίν Μεγαλομμάτη το οποίο είχε πρωτοδημοσιευθεί στο περιοδικό CLEO (Κάιρο, 2002). Στο άρθρο του αυτό, ο τότε αρχισυντάκτης και διευθυντής του περιοδικού αυτού είχε κάνει μια βιβλιοκρισία ενός βιβλίου της παλιάς γαλλίδας καθηγήτριάς του Κριστιάν Ντερός Νομπλεκούρτ αναφορικά με την μεγάλη ναυτική αποστολή την οποία η Φαραώ Χατσεπσούτ, πρώτη βασίλισσα της Παγκόσμιας Ιστορίας, είχε στείλει στο Πουντ (σημερινή Σομαλία νοτίως του Κέρατος της Αφρικής) γύρω στο 1470 π.Χ.

Δείτε το βίντεο:

Hatshepsut and her Expedition to Punt (Somalia) ca. 1470 BCE, by Prof. Shamsaddin Megalommatis

https://orientalgreeks.livejournal.com/26215.html

Δείτε το βίντεο:

Хатшепсут и ее экспедиция в Пунт (Сомали) ок. 1470 г. до н.э., профессор Шамсаддин Мегаломматис

https://vk.com/video434648441_456240494

Δείτε το βίντεο:

Хатшепсут и ее экспедиция в Пунт (Сомали) ок. 1470 г. до н.э., профессор Шамсаддин Мегаломматис

https://ok.ru/video/1698074069613

=====================================

Hatshepsut and her Expedition to Pount, the coast of Somalia

Christiane Desroches-Noblecourt, La Reine Mysterieuse (the Mysterious Queen) Hatshepsout, Pygmalion, Paris, 2002, 504p.

A book review by Prof. Dr. Muhammad Shamsaddin Megalommatis

The last book of the famous French Egyptologist Christiane Desroches Noblecourt is dedicated to a not yet very well known royal person of the Pharaonic times: Maatkare Hatshepsut, the First Queen of the World History. The importance of Hatshepsut lies above all in the fact that, referring to her, we use the term “queen” not in the simple sense “wife to a Pharaoh”, but in the significance of the sole and indisputable ruler of the country. In that way, Hatshepsut has truly been the first female ruler all over the World! Daughter to Thutmosis I, wife to Thutmosis II and aunt to Thutmosis III, Maatkare Hatshepsut prevented the latter from becoming a fully exercising his tasks Pharaoh, and ruled in his stead for about 20 years, 1479 – 1457 according to the recent studies of Desroches-Noblecourt (p.8 – 10).

Christiane Desroches-Noblecourt is an almost mythical figure of today’s Egyptology; General Conservator at the Egyptian Antiquities Department of the Louvre Museum for many long years, professor at the famous Ecole du Louvre, research fellow at the Institut Francais d’ Archeologie Orientale du Caire already before the World War II, she was the real soul of the great UNESCO campaign “Sauvetage de Nubie”. The campaign was carried out in the late 50s, in the 60s and the 70s and helped in preserving (and transporting elsewhere) numerous temples of Nubia (in Egypt and the Sudan), which would have been lost forever under the waters of the lake behind the High Dam (Sad al Ali) of Aswan. She was the most active scholar in all the stages of the campaign (especially in the two Abu Simbel temples’ transportation to a higher and safer location), and she did not limit herself in the purely scientific work, but participated in the much needed fundraising, in the political and international contacts that would create among numerous heads of state the necessary sensitivity for this big project, as well as in innumerable meetings related to the technical and practical needs of the campaign. Desroches-Noblecourt has been a Commander of the Legion d’ Honneur and Grand Officer of the Order of the Arab Republic of Egypt.

Desroches-Noblecourt sheds much light on various aspects of the Queen’s reign, and helps us unveil Hatshepsut’s most interesting and intriguing events and moments of reign: how she decided to keep the reins of royal power in a world where only men were meant to rule, and usurp the throne rights of her nephew! The importance of a graffito in Nag El Mahatta, Aswan, is stressed in the book and this concerns not only the extraction and transportation of two obelisks, but also the intimate relationship Hatshepsut had with Senenmut, the “Treasurer of the King of Lower Egypt”. Throughout the torrents of her reign, this story seems to be a long romantic affair of a Queen, who was always politically too weak (because of her sex) to get married with someone of non-Pharaonic origin whom she just loved too much.

Already in the beginning of Hatshepsut’s reign started the erection of her superb temple at Deir el Bahari that was called Djeser Djeserou, the Marvel of the Marvels! But it took seven entire years for Hatshepsut to convince the great noble men, the high priests and the army that she was able to rule and that being just the regent of her young nephew was not fitting her divine existence! Her enthroning ceremony was corroborated by texts in which Ouret Hekaou, the Great Protector Snake (later called by the Greeks Uraeus), blessed Hatshepsut and accorded her full royal powers and insignia. Yet, in Egyptian Hieroglyphic Hatshepsut, although a woman, was called “king”, as if she was a male ruler! It was very clear that she needed a strong religious and ideological support to reign!

Priests, philosophers and ideologists worked therefore hard in this direction and they elaborated an unprecedented theoretical text that we can read on the northern (narrow) wall of the southern half (at the left side of the ramp) of the Second Terrace of the Temple of Deir el Bahari, the Djeser Djeserou. The text advances the theory of Theogamy, according to which Hatshepsut was direct daughter to Amun, the Supreme God of Thebes of Egypt! In that text, for the first time in the History of Egypt, we find the concept and the narration of a sexual intercourse between a God and a human. According to the text, Amun visited in her palatial room, Ahmes, who was mother to Hatshepsut and queen to Thutmosis I; “when He approached her, His love run in her flesh, transported by His virility. The palace was inundated by the perfume of God, all the odours coming from Punt”. At the end of the long narrated intercourse, Ahmes pronounced himself the name of the child to come (Hatshepsut) and Amun corroborated the fact, predicting that the female child to come would rule the Two Lands, Upper and Lower Egypt.

The text gives further insight regarding the extraordinary birth of Hatshepsut: her mother, sitting on an archaic throne, takes her out of the womb in the presence of many divine powers and gods. Upon that moment Amun appears to participate in the Holy Nativity.

With such a theoretical support Hatshepsut could rule calm for some time and dedicate herself to what seems to be the most exotic event of her reign: the Expedition to Punt.

Egyptologists have long debated the location of this land; the main interpretations and identification efforts place Punt at a) the (northern and/or eastern) coast of Somalia (this is the prevailing idea), b) the coast of today’s Eritrea (mostly Kitchen) and c) the Kessala area in eastern Sudan and more precisely, the land between Atbara (affluent to the Nile) and Gash, a stream near the mountains of Kessala.

It is important to notice the holy character the Ancient Egyptians always attributed to that faraway land that they also called Ta Netser, the land of the God. The presence of many natural treasures, frankincense, myrrh and other perfume trees, spices, extravagant plants, fruits and animals, plus precious metals and stones, pushed the Egyptians to pay great attention to that area ever since the times of the Old Kingdom (in the 3rd millennium, 700 years before Hatshepsut). The importance of the Expedition lies in the fact that it offers us the first extensive narration of such a commercial and religious activity, plus very interesting pictorial documentation of the land of Punt (again the first in History). Practically speaking, with the Expedition of Punt starts the History of Eastern Africa!

The holy character of Punt gives automatically a religious character to the activities the Egyptians carried out there; a very early administrative structure seems to have already existed, since the Egyptian text makes state of the King and the Queen of Punt, who are depicted along with their people in the contacts they had with the Egyptian fleet. Parehou, the Puntite king, happy of the arrival of the Egyptian fleet, said to admiral Nehesy:
 
“How did you come here, to this land that the people of Egypt do not know? Did you come from the sky? Did you navigate in the water, or did you cross the land? The Land of God is happy, you walked on that like Ra. Is there not a way to the Land of the Sky, towards Her Majesty (meaning Hatshepsut), since we live out of the breadth that she gives us?” All these expressions let us understand that, according to the Ancient Egyptians, the sky was easily accessible from Punt, which means that they perceived that eastern African coast land as the confines of the world, where only the sky comes very low and the Firmament permits people to move in the lower sky!

A great festival was arranged upon arrival of the mercantile fleet back to Thebes. Along with the numerous transported Punt trees, holy earth from that land was brought to the Egyptian capital (Niout, as they called in Egyptian) in an effort to enhance the quality and the holiness of the local soil. Hatshepsut attended that festival and presented all the treasures of Punt to Amun. The inscription of Deir el Bahari closes with the Solemn Declaration of Amun.

Christiane Desroches-Noblecourt focuses on many other important aspects related to the Egyptian Queen: her family, her relationship with her beloved Senenmut, the use of cryptographs in the commemoration of their love (that could not live in the light of the day), the great and valuable knowledge of Senenmut (in astronomy and in theology), the Egyptian religious architectural symbolism at the times of Hatshepsut, the Great Jubilee (the Sed feast) in the 16th year of her reign, as well as her dream to offer to Amun two golden obelisks (a little bit expensive!) that was never materialized. At the end of the book, the progressive rise of Thutmosis III, his campaign in Sinai and the disappearance of Hatshepsut from the scene are discussed and presented extensively. It is essential here to notice that Thutmosis III, who survived during the 20 years of his aunt’s reign thanks to the support of the Theban priesthood of Karnak, erased Hatshepsut’s name from almost all the monuments it was written!
 
The re-emergence of Hatshepsut, thanks to modern Egyptology and more precisely thanks to the recent book of Christiane Desroches Noblecourt, is a revenge for the First Queen of the World History and a victory for all the women of the world!

https://www.academia.edu/23406636/Hatshepsut_and_her_Expedition_to_Punt_the_coast_of_Somalia_-_A_book_review_by_Prof._Dr._Muhammad_Shamsaddin_Megalommatis

————————————————————————

Κατεβάστε το κείμενο σε Word doc: